Δεν γνωρίζω ποιος ή ποιοι είναι θαμμένοι στον τύμβο της Αμφιπόλεως, ούτε προτίθεμαι να εμπλουτίσω τη σεναριολογία. Σε λίγες ημέρες οι αρχαιολόγοι θα ανακαλύψουν το μυστικό. Οποιο κι αν είναι το περιεχόμενο, ελπίζω να αξιοποιηθεί για την προβολή της αληθινής ταυτότητας και της Ιστορίας της Μακεδονίας. Βεβαίως έχουμε ήδη πάμπολλες και σοβαρές μαρτυρίες από το παρελθόν, τις οποίες αποδέχονται έγκυροι ιστορικοί εντός και εκτός Ελλάδος. Δεδομένης, όμως, της σκοπιανής προκλητικότητας και της βιασύνης ορισμένων εταίρων μας να «λυθεί» το ζήτημα του ονόματος, θα ήταν χρήσιμο να βρούμε ελληνικές επιγραφές και άλλα ακλόνητα στοιχεία από την περίοδο του Αλεξάνδρου και των επιγόνων του.
Τα ευρήματα της Αμφιπόλεως και άλλα πιθανά ευρήματα σε ανεξερεύνητους μακεδονικούς τάφους αποτελούν βαριά και πολύτιμη κληρονομιά για τη νέα γενιά. Για να επιτύχουμε, όμως, την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση τέτοιων ευρημάτων, πρέπει να έχουμε συγκροτημένη, ελληνοκεντρική και μακροπρόθεσμη πολιτική σε πολλούς τομείς. Αναφέρω τους κυριότερους.
Για να αξιοποιηθεί η αρχαιολογική έρευνα, η σχετική με τη Μακεδονία μας, οφείλουμε να επανέλθουμε το συντομότερο στην αρχική μας διπλωματική θέση, ότι δηλαδή δεν παραχωρούμε το όνομα της Μακεδονίας ούτε ως σύνθετο ούτε ως παράγωγο. Οι Σκοπιανοί ξέρουν κατά βάθος ότι εμείς είμαστε οι νόμιμοι ιδιοκτήτες και τη δική μας υπογραφή θέλουν να πάρουν για να νομιμοποιήσουν τα κλοπιμαία! Δεν τους βοηθά η αναγνώριση από ξένες χώρες, αν δεν έχουν την υπογραφή του νόμιμου κληρονόμου του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, δηλαδή του Ελληνισμού. Αν παραχωρήσουμε το όνομα ακόμη και με γεωγραφικό προσδιορισμό, σε λίγα χρόνια οι λέξεις «βόρεια» ή «άνω» θα φύγουν και θα μείνει ως κτήμα των Σκοπίων ο όρος Μακεδονία.
Ο ιστορικός του μέλλοντος θα είναι σκληρός για τη γενιά μας. Θα γράψει ότι παραχωρήσαμε την Ιστορία μας και τον πολιτισμό μας, την ώρα μάλιστα που οι τάφοι, οι λίθοι και τα μνημεία αποκαλύπτουν την αλήθεια. Τι να την κάνουμε, λοιπόν, τη Βεργίνα και την Αμφίπολη χωρίς δυναμική εξωτερική πολιτική;
Πώς θα αξιοποιήσουμε τα ευρήματα και τους πολιτιστικούς θησαυρούς του πλούσιου παρελθόντος μας, αν δεν αποφασίσουμε ως έθνος να διδάξουμε σωστά την Ιστορία μας και να μεταδώσουμε συγκρατημένη υπερηφάνεια, χωρίς φυσικά αδικαιολόγητες εξάρσεις, στη νέα γενιά: Με σχολικά βιβλία τα οποία διδάσκουν την πολυπολιτισμικότητα, την ηττοπάθεια, την περιφρόνηση προς τους ήρωες και τους αγίους, την ιστορική αγραμματοσύνη, την υποβάθμιση των εθνικών θεμάτων, πώς θα μπορέσει το Ελληνόπουλο να εκτιμήσει και να προβάλει διεθνώς την ελληνική κληρονομιά της Μακεδονίας και άλλων περιοχών; Ποια θα είναι η παιδεία και η εθνική αξιοπρέπεια των μελλοντικών διπλωματών και πανεπιστημιακών μας, που θα κληθούν αύριο μεθαύριο να αξιοποιήσουν οικουμενικά τη Βεργίνα και την Αμφίπολη, όταν ήδη πολλά σχολικά βιβλία Γλώσσας, Ιστορίας, Λογοτεχνίας και άλλων μαθημάτων αποκόπτουν τα Ελληνόπουλα από τις ρίζες και την παράδοσή μας;
Αναμένουμε με αγωνία να βρούμε επιγραφές στα ελληνικά, όπως βρίσκουν οι αρχαιολόγοι σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Η κλασική, η ελληνιστική και η βυζαντινή κληρονομιά του διαχρονικού Ελληνισμού ακτινοβολούν κυρίως μέσω της γλώσσας μας. Πόσα Ελληνόπουλα μπορούν σήμερα να διαβάσουν και να ερμηνεύσουν τις επιγραφές των γνωστών αρχαίων μνημείων μας; Ο γλωσσικός «εκσυγχρονισμός» από το 1982 και μετά έχει προκαλέσει γλωσσική πενία. Αν δεν σταματήσουμε τον κατήφορο της γλωσσικής παιδείας μας, θα καλούμε σε λίγα χρόνια ξένους ελληνιστές να διαβάζουν τα ευρήματα του ελλαδικού χώρου.
Το πιο σημαντικό είναι να διατηρήσουμε ως κράτος τη συνείδηση της συνέχειας του Ελληνισμού και να την καλλιεργούμε σε κάθε δημόσια εκδήλωση. Η Αμφίπολη αποδυναμώνεται όταν οι δήθεν προοδευτικοί αμφισβητούν τη συνέχεια του Ελληνισμού.
Άρθρο μου στην εφημερίδα Δημοκρατία, Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014