Οι κυβερνητικές προθέσεις στον τομέα της Παιδείας έχουν προκαλέσει πολλές αντιδράσεις. Η κριτική επικεντρώνεται στην υποβάθμιση των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων, στην επαναφορά των αιωνίων φοιτητών, στην επαναφορά μιας απαράδεκτης λογικής περί ασύλου, στην συμμετοχή φοιτητών και διοικητικών υπαλλήλων για την εκλογή Πρυτανικών αρχών και σε άλλα σημεία. Νομίζω ότι αυτό που περισσότερο από όλα αξίζει να συζητηθεί είναι το Αναλυτικό Πρόγραμμα του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου, οι αρχές και οι αξίες που η Πολιτεία θέλει να μεταδώσει μέσω της Παιδείας. Βεβαίως σημαντικά είναι και τα άλλα θέματα –έχω ήδη γράψει για την αξία της αριστείας και των Πειραματικών Σχολείων- αλλά ας μην υποτιμούμε το περιεχόμενο της Παιδείας.
Η εκπαίδευση στην Ελλάδα έχει ταλαιπωρηθεί από συνεχείς αλλαγές, οι οποίες προέρχονται είτε από την εφαρμογή ξενόφερτων προτύπων, είτε από τη μανία μοντερνισμού είτε από την εφαρμογή ιδεολογικώς φορτισμένων αντιλήψεων. Στην εποχή μας βλέπουμε να υφίστανται επιθέσεις και άκριτους πειραματισμούς κυρίως τα μαθήματα της Ανθρωπιστικής Παιδείας. Η Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, τα Αρχαία Ελληνικά, η Ιστορία και τα Θρησκευτικά από άλλους μεν θεωρούνται άχρηστα βαρίδια σε μία τεχνοκρατική και παγκοσμιοποιημένη εποχή και από άλλους αντιμετωπίζονται ως προνομιακό πεδίο εφαρμογής πολιτικών, κομματικών και ιδεολογικών φανατισμών.
Όλοι συμφωνούμε ότι η Πληροφορική και οι Ξένες Γλώσσες είναι απαραίτητα εφόδια για τους μαθητές και τις μαθήτριες που θα αναζητήσουν εργασία στην ελληνική και ευρωπαϊκή κοινωνία του 21ου αιώνα. Όμως σκοπός της Παιδείας κατά την αρχαιοελληνική και κατά τη Χριστιανική αντίληψη δεν είναι μόνον η παροχή ξηρών γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης. Σκοπός της είναι ή μάλλον πρέπει να είναι η διάπλαση χαρακτήρων, η παροχή προτύπων, η καλλιέργεια της κοινωνικότητας και της δημοκρατικής υπευθυνότητας και φυσικά η ανάπτυξη εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως, όπως ορίζει το Σύνταγμα.
Τα γλωσσικά μαθήματα υπέστησαν διάφορα πειράματα με χαρακτηριστικά παραδείγματα την κατάργηση των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο κατά την περίοδο 1976-1990 και την καθιέρωση του μονοτονικού άνευ σοβαρής μελέτης το 1982. Η Νεοελληνική Λογοτεχνία σε όλες τις βαθμίδες δεν προβάλλει πλέον τους μεγάλους λογοτέχνες μας ούτε διδάσκει την παράδοση του λαού μας. Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την κοίμηση του σπουδαίου αγιογράφου και λογοτέχνη Φώτη Κόντογλου, αλλά οι μαθητές της Μέσης Εκπαιδεύσεως αγνοούν τα κείμενά του. Στην Ιστορία η περίπτωση του βιβλίου της Μ. Ρεπούση δεν είναι η μοναδική. Απλώς βοήθησε να εκδηλωθεί ο υγιής πατριωτισμός της πλειοψηφίας των Ελλήνων. Με ανησυχία είδα μία πρόσφατη προσπάθεια του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής να αλλάξει τη διδασκαλία της Ιστορίας στο Νέο Λύκειο καταργώντας την εθνική αυτογνωσία και μετατρέποντας το μάθημα σε στοιχεία οικονομίας και κοινωνιολογίας. Εύχομαι να μην υλοποιηθεί.
Για το μάθημα των Θρησκευτικών όλοι οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να λάβουν σοβαρά υπ’ όψιν τους τις δύο αμετάκλητες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, οι οποίες καθορίζουν ότι το μάθημα είναι υποχρεωτικό για τους Ορθοδόξους μαθητές και ότι το περιεχόμενό του πρέπει να βασίζεται στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη και όχι στην πολυθρησκειακή προσέγγιση. Με βάση αυτές τις αποφάσεις το Πιλοτικό Πρόγραμμα του μαθήματος, το οποίο εφαρμόσθηκε επί δύο χρόνια σε ορισμένα Γυμνάσια πρέπει να αποσυρθεί όχι μόνον ως αντισυνταγματικό, αλλά και ως αντιπαιδαγωγικό. Η Ορθόδοξη διδασκαλία είναι το μόνο εφόδιο, το οποίο μπορεί να διαπλάσει νέους πολίτες με κοινωνική ευαισθησία και ανθρωπιά μακριά από ρατσισμούς και μισαλλοδοξίες.
Τιμήσαμε προ ολίγων ημερών την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και θυμηθήκαμε ότι επιβιώσαμε επί Τουρκοκρατίας με Πίστη στον Θεό, με συνείδηση της Ιστορίας μας, με ελληνορθόδοξη παιδεία. Αυτή η Παιδεία θα μάς βοηθήσει να βγούμε από την κρίση.
Άρθρο μου στην εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 2 Ιουνίου 2015