Επιλέγω μία χαρακτηριστική φράση από τη συγκινητική υμνογραφία που ψάλαμε τη Μεγάλη Παρασκευή: «Πέπαυται τόλμα μαθητών, Αριμαθαίας δε αριστεύει Ιωσήφ. Νεκρόν γαρ και γυμνόν θεώμενος τον επί πάντων Θεόν, αιτείται και κηδεύει κρυγάζων….». Ο ιερός υμνογράφος τιμά τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας για την τόλμη του να ενταφιάσει τον Ιησού και τον επαινεί διότι «αριστεύει», διακρίνεται, προβαίνει σε μία πράξη λαμπρή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τη γλώσσα της υμνογραφίας προβάλλει την αριστεία ως κάτι τιμητικό και επαινετό. Την ίδια σημασία στην αριστεία δίνει ο Όμηρος πολλούς αιώνες νωρίτερα. Η συνέχεια του Ελληνισμού διατρανώνεται στη γλωσσική μας διαχρονία. Στην Ιλιάδα βλέπουμε τη λέξη αριστεία να αναφέρεται στα ανδραγαθήματα των ηρώων. Άριστος για τον Αρχαίο και τον Χριστιανικό Ελλληνισμό είναι ο ανδρείος, ο τολμηρός, αυτός που ξεχωρίζει, αυτός τον οποίο ο λαός πρέπει να θεωρεί ως πρότυπο.
Από εκεί θα έπρεπε να ξεκινά η φλοσοφία της σύγχρονης Ελληνικής Παιδείας. Αντιθέτως βλέπουμε τη σειρά των μέτρων, που ανακοινώθηκαν από την αριστερή διακυβέρνηση, να ξεκινά από την υποβάθμιση των Πειραματικών Σχολείων και από την απόρριψη της αριστείας. Η αριστεία είναι ρετσινιά, είπε ο αρμόδιος Υπουργός και έδωσε το μήνυμα ότι η Παιδεία πρέπει να κατεβάσει το επίπεδό της ώστε να προσαρμοσθεί στους μετρίους. Οι διδαχές του Ομήρου και της υμνογραφίας μας δεν συγκινούν την ψευδοπροοδευτική διανόηση.
Η επαναφορά του κακώς νοουμένου ασύλου, του θεσμού των αιωνίων φοιτητών και η θεσμοθέτηση της εκλογής του Πρυτάνεως (και) από τους φοιτητές επαναφέρει τα ΑΕΙ στην κατάσταση αιχμαλωσίας από δήθεν επαναστατικές μειοψηφίες. Τα Πανεπιστήμιά μας δεν χρειάζονται περισσότερη διάλυση στο όνομα της «δημοκρατικότητας». Χρειάζονται ενίσχυση της διεθνούς αξίας τους, της αναταγωνιστικότητάς τους και πρωτίστως χρειάζονται κίνητρα για τους αρίστους και αναβάθμιση των σπουδών και των πτυχίων. Ενδεικτικά θα πρότεινα ως μέτρο απαραίτητο για την αναβάθμιση των σπουδών τον διακριτικό έλεγχο – από Επιτροπή Ακαδημαϊκών διεθνούς κύρους και υπεράνω κομματικών επιρροών- του περιεχομένου σπουδών κάθε Τμήματος των ΑΕΙ. Επί παραδείγματι πώς είναι δυνατόν να έχει εξαλειφθεί από όλα σχεδόν τα Τμήματα Ιστορίας των Ελληνικών Πανεπιστημίων η διδασκαλία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821;
Σε όλες τις προηγμένες χώρες ο πανεπιστημιακός καθηγητής ελέγχεται αν γνωρίζει οτιδήποτε αφορά την επιστήμη του και έχει γραφεί στη γλώσσα του. Δεν νοείται Γάλλος φιλόσοφος ή πολιτειολόγος να διδάξει σε Πανεπιστήμιο χωρίς να έχει μελετήσει τον Ρουσσώ και τον Μοντεσκιέ. Με το ίδιο κριτήριο θα έπρεπε κάθε υποψήφιος Πανεπιστημιακός διδάσκαλος στην Ελλάδα να ελέγχεται αν έχει μελετήσει τα αντίστοιχα με την επιστήμη του συγγράματτα των Αρχαίων Ελλήνων, αλλά και της περιόδου του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας. Δεν είναι εθνικώς και επιστημονικώς αποδεκτό να διδάσκονται απίθανα στοιχεία θολοκουλτούρας στον τομέα των Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών και να αγνοείται ο Αριστοτέλης, ο Θουκυδίδης, ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος και τα Συντάγματα των Εθνοσυνελεύσεων του Αγώνος. Δεν είναι λογικό να αποφαίνονται οι αστέρες του ψευδοπροοδευτισμού ότι η Ελληνική Επανάσταση είναι γνήσιο τέκνο του Δυτικού Διαφωτισμού και να αποκρύπτεται το γεγονός ότι συνέβαινε το αντίθετο: Ότι δηλαδή οι Γάλλοι Διαφωτιστές μετέφραζαν και διάβαζαν τον σπουδαίο Ορθόδοξο κληρικό και λόγιο του ΙΗ΄ αιώνος Ευγένιο Βούλγαρι!
Αναφέρθηκα και πριν στη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού, συνέχεια ουσίας, αξιών, νοημάτων και γλωσσικού πλούτου. Ας δώσουμε στα παιδιά μας όλο το φάσμα της ελληνικής γραμματείας περιλαμβανομένων και των εκκλησιαστικών ύμνων και των Πατερικών κειμένων. Σε μία εποχή κατά την οποία διεκδικούμε την Εθνική μας Αξιοπρέπεια ας διδάξουμε στα σχολεία μας τη μακρά διαχρονική πορεία της ενιαίας ελληνικής γλώσσας, Αρχαίας, Εκκλησιαστικής, Λογίας και Δημοτικής. Για μία Παιδεία Ελληνική, επίκαιρη και Οικουμενική.
Άρθρο μου στην εφημερίδα Δημοκρατία, Τρίτη 21 Απριλίου 2015