(100 χρόνια από την εκδημία του)
Κωνσταντίνος Χολέβας – Πολιτικός Επιστήμων
Η Κύπρος τιμά φέτος με ειδικές εκδηλώσεις τα εκατό χρόνια από την εκδημία του ποιητή που συνδύασε αριστοτεχνικά την Ορθόδοξη Παράδοση με την Ελληνική Ιστορία. Του Βασίλη Μιχαηλίδη. Οι εορτασμοί έχουν επίκεντρο την πόλη όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια, τη Λεμεσό. Εκεί εδρεύει και λογοτεχνικό σωματείο με το όνομά του. Ο Βασίλης Μιχαηλίδης προσέφερε πολλά, αλλά πέθανε λησμονημένος το 1917 στο Πτωχοκομείο Λεμεσού. Τραγούδησε τα εθνικά μας μεγαλεία, αλλά παραλλήλως διεκτραγώδησε τις αδικίες της κοινωνίας.
Γεννημένος το 1849 από γονείς αγρότες στο κατεχόμενο σήμερα Λευκόνοικο, ο Βασίλης από μικρός γνώρισε την Ορθόδοξη Πίστη στο σχολείο με δάσκαλο τον θείο του ιερέα Νικόδημο. Η ψυχή του ποτίσθηκε από νωρίς με αγάπη για τον Ελληνισμό, κομμάτι του οποίου αποτελεί και η Κύπρος, και άρχισε να αισθάνεται ότι πλησιάζει η ώρα για το οριστικό αγκάλιασμα Μητέρας και Κόρης. Όνειρο που δυστυχώς και σήμερα παραμένει απραγματοποίητο.
Η Ελληνορθόδοξη παιδεία του σφράγισε αποφασιστικά την προσωπικότητα του Βασίλη, ο οποίος μόνο το Δημοτικό Σχολείο κατόρθωσε να τελειώσει. Ο ενθουσιασμός του τον οδήγησε στην Αθήνα, όπου κατετάγη στον Στρατό ως εθελοντής. Έμεινε μέχρι το 1878 και μετά αποφάσισε να κατέβει πάλι στο νησί του, ελπίζοντας ότι η αλλαγή κυριάρχου (οι Άγγλοι αγόρασαν την Κύπρο από τους Τούρκους) θα έφερνε συντόμως την ελευθερία και τη γαλανόλευκη στην Κύπρο.
Ήδη η υγεία του είχε ταλαιπωρηθεί από τις κακουχίες και μετά από σύντομη θεραπεία στην Αιδηψό ήλθε στη Λεμεσό, πνευματική τότε πρωτεύουσα ης Κύπρου. Εργάσθηκε ως βοηθός φαρμακείου στο Νοσοκομείο, αλλά από το 1910 ανέλαβε να τον συντηρεί ο Δήμαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος. Πρόκειται για τον ήρωα των Βαλκανικών Πολέμων, ο οποίος εφονεύθη ηρωικώς στο Μπιζάνι το 1913 ως εθελοντής με τον Ελληνικό Στρατό που πολιορκούσε τα Ιωάννινα.
Τα τελευταία χρόνια της δυστυχισμένης ζωής του ο εθνικός μας βάρδος τα πέρασε στο Πτωχοκομείο Λεμεσού. Ο άνθρωπος που πρωτοστάτησε στην καλλιέργεια της ποιήσεως στην Κύπρο προσηύχετο συνεχώς και σαν τον Παπαδιαμάντη αρνείτο να φωτογραφηθεί ή να ποζάρει για σκίτσο.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του ο ευλαβής ποιητής συνήθιζε να λέει:
Θεέ μου και να πέθαινα ένα Σαββάτο βράδυ
Την Κυριακή με το πρωί να κοιμηθώ στον Άδη!
Και πράγματι! Το Σαββατόβραδο 25 Νοεμβρίου / 8 Δεκεμβρίου του 1917 ο Βασίλης Μιχαηλίδης άφησε την τελευταία του πνοή μέσα σε μία στενή κάμαρα του Πτωχοκομείου. Η αναγνώριση άργησε να έλθει. Μόλις το 1953 η προτομή του στήθηκε σε μία πλατεία της Λεμεσού. Ακολούθησαν πολλλές μελέτες και εκδόσεις του έργου του. Σήμερα είναι πανελληνίως διάσημος για το ποίημά του « Η 9η Ιουλίου εν Λευκωσία Κύπρου» που θεωρείται ως ο ύμνος της Ελληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης.
Από τα πολλά ποιήματά του σταχυολογώ τα σημαντικότερα:
Α) Πατριωτικά: « Η Κύπρος προς τους λέγοντας ότι δεν είναι ελληνική», « Η Κύπρος στη μάνα της», « Εις την 25ην Μαρτίου», «Η Εκκλησία».
Β) Λυρικά: «Το Σίγαρον», «Το αεράκι», «Τοις φίλοις αναγνώσταις», «Ο Αποχωρισμός», «Μακράν σου», «Εις τον ηρωικώς πεσόντα Χριστόδουλον Σώζον», « Η Χιώτισσα» .
Γ) Σατιρικά: «Η Τοκογλυφία», « Η κυρία Φλογερού», « Μία επιστολή», « Είπεν η θάλασσα», «Η Αγγλική Διοίκησις».
Όπως προανέφερα ως ποιητής της Ρωμηοσύνης καθιερώθηκε με το μεγάλης εκτάσεως συγκινητικό, ιστορικά τεκμηριωμένο και γραμμένο στην Κυπριακή διάλεκτο ποίημά του για την θανάτωση του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού την 9η Ιουλίου 1821. Το ποίημα αυτό ο ίδιος το τιτλοφορεί «Το τραγούδιν του Τζυπριανού». Χαρακτηρίζεται ως το γνήσιο εθνικό έπος των Ελλήνων της Κύπρου και αποτελείται από 56 στροφές των δέκα στίχων. Αναφέρεται στην αποφράδα ημέρα της 9ης Ιουλίου 1821 και στην θυσία των Επισκόπων και των προκρίτων της Μεγαλονήσου.
Όταν ο Τούρκος διοικητής της Κύπρου Κιουτσούκ Μεχμέτ πληροφορήθηκε την Ελληνική Επανάσταση του 1821 φοβήθηκε ότι θα συμμετάσχουν σ’ αυτήν και οι Έλληνες της Κύπρου. Είχε στα χέρια του φυλλάδια της Φιλικής Εταιρίας και υποψιαζόταν τη μυστική δράση της και στην Κύπρο. Αποφάσισε, λοιπόν, να θανατώσει όλους τους Επισκόπους, τους Ηγουμένους και 400 περίπου προκρίτους. Ο Αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης Κυπριανός αρνήθηκε να φυγαδευθεί ή να αλλάξει την πίστη του για να σώσει η ζωή του. Ο Βασίλης Μιχαηλίδης περιγράφει ως εξής τα λόγια του Κυπριανού προς τον Κιουτσούκ Μεχμέτ:
Η Ρωμηοσύνη εν φυλή συνότζαιρη (συνομήλικη) του κόσμου
Κανένας δεν ευρέθηκε για να την ιξηλείψη (εξαφανίσει)
Κανένας γιατί σιέπει την (την σκεπάζει) που τάψη ο Θεός μου
Η Ρωμηοσύνη εν να χαθή όντας ο κόσμος λείψη!
Δηλαδή: Ο Ορθόδοξος Ελληνισμός θα σβήσει μόνον όταν έλθει η συντέλεια του Κόσμου. Μάς προστατεύει ο Θεός και κανείς κατακτητής δεν μπορεί να μάς καταστρέψει. Μήνυμα ελπίδας, πίστης και μαχητικότητας. Το Γένος θα παραμείνει όρθιο και υπερήφανο όσο υπάρχουν ήρωες σαν τον Κυπριανό και ποιητές σαν τον Βασίλη Μιχαηλίδη.
Το καλύτερο μνημόσυνο και για τους δύο είναι να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τη Ορθοδοξία, την Πατρίδα, τη Γλώσσα, την Παράδοσή μας. Ας δώσουμε στους νέους μας να διαβάσουν αυτό το επικό ποίημα του Μιχαηλίδη.
Άρθρο στην ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ 8.11.2017